Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

35. Τα παιδιά ειδοποιούν τους χωροφύλακες

Το πρώτο που ρώτησαν τα παιδιά, όταν άκουσαν αυτά, ήταν αν έχει φύλακες το δάσος.
Τους είπαν πως υπάρχουν δύο δασοφύλακες. Μα το δάσος είναι τόσο μεγάλο που δεν μπορούν να βρίσκονται παντού αυτοί οι δύο. Θέλουν ώρες να το περάσουν.
Έπειτα ένας απ’ αυτούς πρέπει να βρίσκεται στους λοτόμους, μην τύχει και κόψουν δέντρα που δεν επιτρέπεται να κοπούν.
Μένει ένας δασοφύλακας κι αυτός πρέπει να φυλάξει όλο το δάσος.

---

—Και τι, από τον δασοφύλακα πρέπει να τα περιμένουμε όλα; είπε ο μπαρμπα-Κώστας. Εμείς τι είμαστε; Καθένας που περνάει από ’δώ μέσα πρέπει να φυλάξει το δάσος. Κάθε άνθρωπος, όπου βρίσκεται, πρέπει να το προστατεύει, όπως μπορεί. Εγώ έκανα το χρέος μου.
Αφού ένας άνθρωπος αγράμματος κινδύνεψε για να σώσει τα δέντρα, αξίζει δα να κοπιάσουν γι’ αυτά και τα παιδιά.
Ο Αντρέας τούς είπε το άλλο πρωί ποιο είναι το χρέος τους.
Πέντε παιδιά έτρεξαν στο Μικρό Χωριό και ειδοποίησαν τους δύο χωροφύλακες που είναι εκεί πως πλήγωσαν τον μπαρμπα-Κώστα.
Άλλα πέντε πήγαν στους λοτόμους και ειδοποίησαν τον δασοφύλακα για την καταστροφή που γίνεται στα πεύκα του Χλωρού.

---

Ο μπαρμπα-Κώστας ξύπνησε σήμερα καλύτερα. Τη νύχτα είχε πόνους, μα το δέσιμο της πληγής του με καθαρό επίδεσμο και το αντισηπτικό έφεραν αποτέλεσμα.
Τα παιδιά τού έφεραν από τους βλάχους μια μεγάλη κούπα γάλα και την ήπιε σιγά σιγά. Ύστερα βγήκε έξω στον καθαρό αέρα και κουβέντιαζε. Να ένας άνθρωπος που αγάπησε το δάσος!

Ο Μπαρμπακώστας

Πουρναρίτης είναι κι ο μπαρμπα-Κώστας. Αν ζούσε κι αυτός με λαθραία ξυλεία, τι θα κέρδιζε; Θα ήταν κλέφτης, χωρίς να είναι ούτε πιο ήσυχος ούτε πιο πλούσιος.
Είκοσι πέντε χρόνια ζει από το δάσος χωρίς να το βλάψει ο μπαρμπα-Κώστας. Έγινε κορφολόγος. Μαζεύει και πουλάει ρίγανη, λεβάντα, θυμάρια και βότανα σπάνια για τα φαρμακεία και τα σπίτια.
Όταν περνά από την πόλη, τι ευωδιά που χύνει το σακί του!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου